ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ

Τα τελευταία χρόνια όλο και πιο συχνά ακούμε αυτή την έννοια: σχολική ετοιμότητα. Σε αυτό το άρθρο θα αναφερθούμε επιγραμματικά στο τι είναι  η σχολική ετοιμότητα και κυρίως θα εστιάσουμε στο πως μπορεί ένας γονιός να βοηθήσει και να προετοιμάσει όσο το δυνατόν κατάλληλα το παιδί του για την εισαγωγή του στη βασική εκπαίδευση.

Η είσοδος στην εκπαίδευση είναι μία ιδιαίτερα δύσκολη περίοδος τόσο για τα ίδια τα παιδιά όσο και για τους γονείς. Συχνά ακούμε τις μητέρες κατά τις πρώτες μέρες του Δημοτικού Σχολείου να αγωνιούν για το αν θα τα καταφέρουν τα παιδιά τους στα μαθήματα και κυρίως στο αν θα τα καταφέρουν οι ίδιες στο διάβασμα. Ρωτάνε η μία μητέρα την άλλη σχετικά με τα καθήκοντα που τους βάζει η δασκάλα, για το αν είναι πολλά ή λίγα και τις περισσότερες φορές διακρίνουμε στα πρόσωπά τους ζωγραφισμένη την αγωνία.

Η εισαγωγή στο Δημοτικό και ιδιαίτερα η Α΄ Δημοτικού είναι πολύ κρίσιμη για την μετέπειτα μαθησιακή εξέλιξη του παιδιού. Το πιο σημαντικό που θα πρέπει να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να κατακτήσουν είναι η αγάπη για το σχολείο  και εν συνεχεία η αγάπη για τη μάθηση. Δυστυχώς όμως εμείς στην ελληνική κοινωνία τη μάθηση την έχουμε συνδέσει κυρίως με τη ποσότητα και όχι με την ποιότητα. Όσο πιο πιεστική είναι μία δασκάλα και όσες περισσότερες εργασίες αναθέτει για το σπίτι τόσο καλύτερη είναι. Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι…

  Όταν αναφερόμαστε στον όρο σχολική ετοιμότητα μιλάμε κυρίως για εκείνες τις «δεξιότητες» που πρέπει να έχει κατακτήσει ένα παιδί πριν την εισαγωγή του στο Δημοτικό. Οι δεξιότητες εκείνες είναι ποικίλες και πολλές. Είναι δεξιότητες  που σχετίζονται με τη σωματική ανάπτυξη, τη γνωστική ανάπτυξη – νοητικές δεξιότητες και την συναισθηματική οργάνωση.  Η ανάπτυξη των οποίων με τη σειρά τους επηρεάζεται από το οικογενειακό περιβάλλον, την κληρονομικότητα και το σχολικό – κοινωνικό περιβάλλον.

Όπως φαντάζεστε οι γονείς επηρεάζουν τα παιδιά σε όλους τους τομείς. Η απλή καθημερινότητα και οι συνήθειες είναι αυτές που χτίζουν σταδιακά ένα άτομο σαν προσωπικότητα. Μέσα από την καθημερινότητα μας διαχέονται οι αξίες μας, τα πιστεύω μας, η στάση μας απέναντι στη ζωή.   Μέσω αυτής διαφαίνεται αν οι γονείς είναι οργανωμένοι, τηρούν δηλαδή ένα πρόγραμμα, αν είναι συνεπείς, σταθεροί, παρατηρητικοί, ομιλητικοί, κοινωνικοί, αξιόπιστοι, συνεπείς …. Θέλω να πω ότι η οικογένεια είναι ο πρώτος θεσμός κοινωνικοποίησης και μέσα σε αυτόν τα παιδιά μαθαίνουν να ζουν, να παίζουν, να μιλάνε, να κοινωνικοποιούνται, να εξερευνούν, να είναι υπεύθυνα, να υπακούν σε κανόνες, να παίρνουν πρωτοβουλίες κ.α. Αναφέρομαι αναλυτικά στην οικογένεια γιατί πρέπει να καταλάβουμε ότι εμείς οι γονείς είμαστε τα πρότυπα των παιδιών μας και είμαστε τα πρότυπα σε όλους τους τομείς έτσι λοιπόν και στη μάθηση. Και πως φαίνεται στην πράξη αυτό; Από το πιο απλό όπως το  αν απαντάμε σε απλές ερωτήσεις που μας ρωτάνε, αν εξηγούμε δηλαδή τα φαινόμενα που μας περιτριγυρίζουν μέχρι και  το αν διαβάζουμε εμείς οι ίδιοι βιβλία, το αν αγοράζουμε βιβλία, αν ενδιαφερόμαστε για τα κοινά, αν ενημερωνόμαστε, αν παρακολουθούμε πολιτιστικά δρώμενα κτλ.

Όσο αφορά την κληρονομικότητα αυτό έχει να κάνει με τα «εφόδια» που κουβαλά κάθε άτομο στα γονίδιά του. Άλλος έχει κλίση στη μουσική, άλλος έχει καλή οπτική μνήμη, άλλος είναι ιδιαίτερα οργανωτικός κ.ο.κ. Κάθε ένα από αυτά τα εφόδια θα αναπτυχθούν  ανάλογα με τα ερεθίσματα και τα κίνητρα που λαμβάνει κάθε άτομο μέσα στο περιβάλλον που αναπτύσσεται και εξελίσσεται.

Στο σχολικό περιβάλλον τα πράγματα είναι πιο περιορισμένα και επηρεάζεται από το εκάστοτε εκπαιδευτικό σύστημα και την  προσωπικότητα του κάθε δασκάλου. Ο δάσκαλος είναι ο κοινωνός για τη μάθηση και την κοινωνικοποίηση.  Μέσω αυτού ένα παιδί μπορεί να αγαπήσει το σχολείο, την μάθηση, να αναπτύξει τη δημιουργικότητά του, την αισιοδοξία του, τη φαντασία του, τις αξίες του, τις γνώσεις του και άλλα πολλά. Ο δάσκαλος δυστυχώς στην Ελλάδα έχει αρχίσει να χάνει αυτή τη δύναμή του και σε αυτό δεν συντέλεσε μόνο το κράτος και οι νόμοι του αλλά και εμείς οι ίδιοι οι γονείς που πολλές φορές βρισκόμαστε απέναντί του και κριτικάρουμε. Εμείς οι γονείς έχουμε ξεχάσει ότι πρέπει να είμαστε σύμμαχοι με τον δάσκαλο του παιδιού μας, έχουμε ξεχάσει να τον ακούμε και να τον σεβόμαστε. Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουμε συνήθως είναι ότι ξεχνάμε πως εμείς δεν είμαστε δάσκαλοι αλλά γονείς!  Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά μας να μην εμπιστεύονται απόλυτα τον δάσκαλο, να μην τον σέβονται. Αυτό κατ’ επέκταση έχει σαν αποτέλεσμα τα παιδιά αυτά να μην κερδίζουν τίποτε από τον δάσκαλο – άνθρωπο. Έρευνες έχουν δείξει ότι το δημοκρατικό σχολείο είναι το πιο «αποτελεσματικό» στο οποίο έχει λόγο και ο δάσκαλος. Δυστυχώς όμως ο δάσκαλος στα σχολεία μας σιγά σιγά φιμώνεται και καταλήγει να κάνει μόνο την υποχρεωτική ύλη. Με όλα αυτά θέλω να πως ότι μπορεί να υπάρχουν πολλά βοηθήματα στα βιβλιοπωλεία, πολλές πληροφορίες στο διαδίκτυο αλλά δύσκολα βρίσκεις έναν καλό δύσκολο που λέει και κάνει αυτό που πιστεύει χωρίς να φοβάται την κριτική.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν ως γονείς από αυτό, από το να εμπιστευτούμε τον δάσκαλο του παιδιού μας. Ακόμη και αν δεν μας ταιριάζει, δεν μας αρέσει, οφείλουμε να μην τον υποτιμήσουμε στα μάτια του παιδιού μας και πάντα να τον παρουσιάζουμε ως σημαντικό πρόσωπο στη ζωή του. Το δεύτερο που πρέπει να κάνουμε είναι να συμβαδίζουμε πάντα με το σχολείο. Μόνο «κακό» μπορούμε να κάνουμε αν στο σπίτι δουλεύουμε πιο προχωρημένα θέματα. Κατ’ αυτό τον τρόπο παρεμποδίζουμε τη μάθηση. Όλη η τάξη πρέπει να συμβαδίζει όσο γίνεται μαθησιακά. Αν δεν συμβαίνει αυτό το παιδί διχάζεται και υποτιμά τον δάσκαλο του.

Έπειτα, δεν χρειάζεται να είμαστε πολύ αυστηροί και απόλυτοι. Θέλουμε και γραμματάκια που να μην είναι πολύ καλά και πολύ ίσια. Σημασία έχει να ενισχύουμε την αυτοπεποίθηση του παιδιού και να νιώθει ότι τα καταφέρνει μόνο του. Δεν χρειάζεται εμείς να ελέγχουμε την τσάντα του, ας το βοηθήσουμε να το κάνει μόνο του.

 Όταν διαβάζουμε να καθόμαστε και να διαβάζουμε χωρίς να κάνουμε τίποτε άλλο. Ας αφιερώσουμε εκείνη την ώρα χωρίς να μαγειρεύουμε, χωρίς να μιλάμε στο τηλέφωνο, χωρίς να κάνουμε άλλες δουλειές. Αρχικά, αυτό που πρέπει να κάνουμε όσο αφορά την οργάνωση του διαβάσματος είναι να ορίσουμε το χώρο και τον χρόνο – είναι καλό να διαβάζουμε κάθε μέρα την ίδια ώρα και έπειτα πρέπει να βάλουμε από την αρχή  κάποιους βασικούς κανόνες και να τους τηρούμε. Στην Α΄ Δημοτικού η μελέτη απαιτεί το πολύ μισή ώρα με σαράντα λεπτά, δεν χρειάζεται να καθόμαστε με τις ώρες! Στην αρχή καλό είναι να καθόμαστε δίπλα στο παιδί μας και να το βοηθάμε όποτε μας το ζητήσει.  Δεν πιάνουμε το χέρι του όταν γράφει αλλά το αφήνουμε ελεύθερο να αναπτύξει μόνο του τη δεξιότητα της γραφής. Οι απαιτήσεις πρέπει να σέβονται τα όρια και τις δυνατότητες κάθε ατόμου. Δεν χρειάζεται το παιδί μας να κάνει τέλεια γράμματα, ας κάνουμε και τα στραβά μάτια και ας εστιάσουμε στο ότι μαθαίνει και θέλει χρόνο για να εξοικειωθεί και να βελτιωθεί η γραφή του.

Και να θυμάστε πάντα  όταν εμείς είμαστε αγχωμένοι τότε και τα παιδιά μας είναι αγχωμένα. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μία αποτυχία δεν σημαίνει τίποτα, πρέπει να είμαστε ανοιχτοί να τη δεχτούμε χωρίς να ασκήσουμε κριτική. Πάρτε το χρόνο και το χώρος σας, δεν αξίζει το διάβασμα να καταστρέψει τη σχέση σας με τα παιδιά σας

Εμείς αυτό που πρέπει να φροντίζουμε πάντα είναι τα παιδιά μας να είναι γεμάτα από φροντίδα και αγκαλιά.

Ψυχολόγος,

Χριστοδουλάκη Ιωάννα

MSc Ειδικής Αγωγής

 

Κέντρο Αποκατάστασης Κοινωνικής Στήριξης & Δημιουργικής Απασχόλησης Ατόμων με Αναπηρίες «Ο Σωτήρ» | Τηλ.: 2310 820 655 & 2310 820 455 | info@kentroameasotir.gr
ESPA